Αναρτήσεις

ΜΗ ΣΥΜΒΑΤΗ ΜΕ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ Η ΔΙ’ ΑΓΙΟΥ ΜΥΡΟΥ ΧΡΙΣΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΩΝ ΕΙΚΟΝΩΝ ΚΑΙ ΣΚΕΥΩΝ

Εικόνα
Κατά καιρούς, σέ ἀνταποκρίσεις ἀπό τίς Ἱερές Μητροπόλεις διαβάζουμε καί βλέπουμε καθαγιασμούς ἱερῶν εἰκόνων, ἱερῶν σκευῶν καί χρίση των δι’ ἁγίου Μύρου.        Αὐτό δέν εἶναι ὀρθόν καί δέν πρέπει νά γίνεται.        Στό ἱερό Πηδάλιο, ἔκδοσις Ρηγοπούλου Θεσσαλονίκη 2003, εἰς τά προλεγόμενα περί τῆς ἁγίας καί οἰκουμενικῆς Ἑβδόμης Συνόδου, εἰς τήν ὑπ’ ἀριθμ. 2αν ὑποσημείωσιν σ. 319-320 ὑπό τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου ἀναφέρονται τά ἑξῆς : «Αἱ ἅγιαι εἰκόνες δέν χρειάζονται νά μυρώνωνται μέ ἅγιον Μῦρον, ἤ νά ἁγιάζωνται μέ εὐχάς ἀπό τόν Ἀρχιερέα ̇ ά. διά τί ἡμεῖς δέν προσκυνοῦμεν τάς ἁγίας εἰκόνας διά τί εἶναι μυρωμέναις, ἤ εὐχολογημέναις, ἀλλ’ εὐθύς ὁποῦ ἰδοῦμεν εἰκόνα ἁγίαν, χωρίς νά ἐξετάσωμεν ὅλως περί μύρου καί εὐχῆς, προσκυνοῦμεν αὐτήν, διά τε τό ὄνομα τοῦ Ἁγίου, καί διά τήν ὁμοιότητα ὁποῦ ἔχει εἰς τό ἀρχέτυπον. Δι’ ὅ ἐν τῇ ς΄. πράξει τῆς παρούσης Συνόδου ἡ ἐπί Κοπρωνύμου τῶν εἰκονομάχων Σύνοδος ἐκατηγόρησε τάς ἁγίας εἰκόνας λέγουσα, ὅτι ἡ τῶν εἰκόνων ὀνομασία οὔτε εὐχήν ἱερά

ΣΥΣΤΑΥΡΟΥΜΕΝΟΙ ή ΑΝΑΣΤΑΥΡΟΥΝΤΕΣ ; π. Β. Σπηλιόπουλος

Εικόνα
    Η λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας είναι αυτή που εκφράζει και υποστασιοποιεί την πίστη και το βίωμα Της.  Στη Λειτουργική ζωή ζει κανείς αυτό που διδάσκει η Εκκλησία, ζει τα ελπιζόμενα και επηγγελθέντα, ζει την ίδια την Βασιλεία του Θεού.  Ακριβώς για τον λόγο αυτό οι τα πάντα καλώς διαταξάμενοι Θείοι Πατέρες, οι οποίοι ζούσαν το αυθεντικό Ορθόδοξο βίωμα, «έχτισαν» κατά τέτοιο τρόπο όλη την Λειτουργική Ζωή ώστε οι δυνάμενοι και βουλόμενοι να διδάσκονται, βιωματικά, το βίωμα αυτό.  Είναι, λοιπόν, θρασύ τόλμημα που αγγίζει τα όρια της βλασφημίας η οποιαδήποτε αυθαίρετη αλλαγή και επέμβαση συμβεί στις λειτουργικές διατάξεις.  Οποιαδήποτε αλλαγή δεν αλλοιώνει απλώς το τυπικό - τον τύπο αλλά αλλοιώνει το φρόνημα, το βίωμα, την πίστη, αυτό το ίδιο το Ευαγγέλιο. «Εἰ γάρ ἐπιχειρήσαιμεν τά ἄγραφα τῶν ἐθῶν, ὡς μή μεγάλην ἔχοντα τήν δύναμιν παραιτεῖσθαι, λάθοιμεν ἄν εἰς αὐτά τά καίρια ζημιοῦντες τό Εὐαγγέλιον, μᾶλλον δέ εἰς ὄνομα ψιλόν περιϊστῶντες τό κήρυγμα» λέει ο Μ. Βασίλε

ΕΓΚΩΜΙΩΝ ΕΓΚΩΜΙΟΝ

Εικόνα
ΕΓΚΩΜΙΩΝ  ΕΓΚΩΜΙΟΝ π. Β. Σπηλιόπουλος     Έ χουμε ήδη κάνει αναφορά, σε προγενέστερο άρθρο, σε λειτουργικά λάθη και λειτουργικές καινοτομίες κατά την Μ. Εβδομάδα που αλλοιώνουν το γνήσιο λειτουργικό και εν γένει ορθόδοξο φρόνημα.  Ένα από τα στοιχεία της Μ. Εβδομάδος όπου το τυπικό παραβιάζεται, ενίοτε δε βάναυσα, με αποτέλεσμα να χάνεται η ιεροπρέπεια της Ιεράς Ακολουθίας, η οποία ολισθαίνει και τείνει να μετατραπεί σε κοσμική σύναξη, είναι ο Όρθρος του Μ. Σαββάτου που τελείται συνήθως στις ενορίες το εσπέρας της Μ. Παρασκευής.  Η σοβαρότερη παρατυπία έγκειται και αφορά στην ψαλμωδία των λεγομένων εγκωμίων.  Η παλαιά και ορθή τάξη έχει σχεδόν ολοκληρωτικά λησμονηθεί, αν και εσχάτως υπάρχουν αισιόδοξα και παρήγορα σημάδια επιστροφής ακόμη και σε ενοριακούς ναούς, με αποτέλεσμα το σημείο αυτό της Ακολουθίας να έχει υπερτιμηθεί, να έχει παραγκωνίσει τα υπόλοιπα θεόπνευστα άσματα και αναγνώσματα και να θεωρείται ως η ουσία και το «είναι» της Μ. Παρασκευής.   Π ρώτη πα

Ο ΝΥΜΦΙΟΣ ΣΤΟΥΣ «ΝΥΜΦΙΟΥΣ»

Εικόνα
Ο  ΝΥΜΦΙΟΣ   ΣΤΟΥΣ   «ΝΥΜΦΙΟΥΣ» π. Β. Σπηλιόπουλος      Ο ι ακολουθίες της Μ. Εβδομάδος ξεκινούν στην πραγματικότητα από την ακολουθία του Όρθρου της Μεγάλης Δευτέρας η οποία είθισται, όπως και οι όρθροι της Μ.Τρίτης και της Μ.Τετάρτης, να αποκαλούνται «ακολουθία του νυμφίου»  ή απλά «νυμφίος» ακριβώς διότι σε αυτούς ψάλλεται το γνωστό τροπάριο «ιδού ο νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός».  Και αυτή, όμως , η ιερή ακολουθία δεν έμεινε ανεπηρέαστη από τον έντονο συναισθηματισμό ο οποίος έχει ποτίσει όλο το σύγχρονο ενοριακό, και όχι μόνο, λειτουργικό κύκλο.  Το κοσμικό φρόνημα έχει και εδώ επικρατήσει και γίνεται αντιληπτό από συγκεκριμένα στοιχεία της ακολουθία όπως:           α) Το ωράριο τελέσεως των ακολουθιών.   Ε ίθισται ο όρθρος αυτός αλλά και όλοι οι όρθροι της Μεγάλης Εβδομάδος να τελούνται το εσπέρας της προηγουμένης για να μπορεί ο πιστός λαός να συμμετάσχει.  Αυτό βέβαια, ως κατ’ οικονομίαν πράξη της Εκκλησίας, δεν αποτελεί το πιο σημαντικό «ολίσθημα» όμως